Του Αχιλλέα Γ. Λαζάρου
Στον χώρο του συμπαγούς Ελληνισμού και της ελληνικής αποδημίας το λατινογενές ιδίωμα των Βλάχων, γνωστό κοινώς ως Βλάχικα και επιστημονικά ως Αρωμουνική, χρησιμοποιήθηκε σε οικογενειακό και στενά συντεχνιακό περιβάλλον.
Χαρακτηρίστηκε δε ιδίωμα (Balcania, 7, 1938, 49) από τον θεωρητικό της ρουμανικής διεκδικήσεως των Βαλκανίων Βλάχων Th. Capidan, καθηγητή του Πανεπιστημίου Βουκουρεστίου και τακτικό μέλος της Ρουμάνικης Ακαδημίας. Όμως στο κύκνειο άσμα του, επιγραφόμενο “Οι Μακεδορουμάνοι”, μόνο με τον τίτλο θυμίζει την πολύχρονη και πολύμορφη επιστημονικοφανή προπαγάνδα του. Διότι σ’ αυτό ομολογεί (ποτέ δεν είναι αργά!!!!) την ύπαρξη στο Βλάχικο ιδίωμα αρχαίων ελληνικών δομικών στοιχείων, π.χ. του απλού και τετελεσμένου μέλλοντος και των δυνητικών εγκλίσεων της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, τα οποία, κατά τον ακαδημαϊκό και καθηγητή του Πανεπιστημίου Σόφιας Vl. Georgiev, δεν δανείζονται, οπότε τεκμηριώνεται ότι οι χρήστες είναι ελληνικής καταγωγής!
Αυτό ακριβώς έχει αποδείξει και ο Λαρισαίος Κων/νος Μ. Κούμας (1777- 1836), πρώτος Νεοέλληνας ιστορικός, μέγας διδάσκαλος του Γένους, διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Βιέννης και αντεπιστέλλον μέλος των Ακαδημιών Βερολίνου και Μονάχου, διαπιστώνοντας ότι οι Βλάχοι είναι «Έλληνες το γένος»!!! Το πόρισμά του επαληθεύτηκε και από τους συγχρόνους μας Απ. Ε. Βακαλόπουλο, Ελευθερία Ι. Νικολαϊδου, Μαρία Νυσταζοπούλου–Πελεκίδου, Fanoula Papazoglou–Ostrogorsky, Μιλτ. Χατζόπουλο…, όπως και άλλων χωρών, π.χ. Bruno Helly, H. Richer και πάμπολλους επιφανείς Ρουμάνους! Ενδεικτικά αναφέρεται ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Βουκουρεστίου και Bochum Γερμανίας, συνάμα δε γενικός γραμματέας του Ινστιτούτου Ρουμανικών Σπουδών στο Παρίσι, Cicerone Poghirc, ο οποίος δεν αρκέστηκε στην απόδειξη της ελληνικότητας της αρχαίας μακεδονικής διαλέκτου με την διδακτορική διατριβή του στο Πανεπιστήμιο του Λένινγκραντ, αλλά συνέχισε με πρωτότυπη συγγραφή για τους Βλάχους αποδεικνύοντας την εντοπιότητα και την ελληνικότητά τους (Les Aroumains, INALCO, 1989, 36). Η αδιάλειπτη συνύπαρξη βλαχικού ιδιώματος και ελληνικής γλώσσας δεν άφηνε περιθώρια αναδείξεως του πρώτου σε αυτοτελές και αποκλειστικό γλωσσικό όργανο. Αυτό συνέβη και σε άλλους λαούς χρήστες γλωσσών χωρίς γραφή, οι οποίες σαρώθηκαν από την λατινική μετά την ρωμαϊκή κατάκτηση. Παράδειγμα αποτελούν οι παραδουνάβιοι Γέτες και οι υπερδουνάβιοι Δάκες, που θεωρούνται πρόγονοι των σημερινών Ρουμάνων. Οι ελλαδικοί Βλάχοι διέθεταν γλώσσα με γραφή, την ελληνική. Για πρακτικούς δε λόγους, όπως τονίζει ο σύγχρονός μας καθηγητής του Πανεπιστημίου της Λιέγης Michel Dubuisson, έκαμαν χρήση της λατινικής, από την οποία προήλθε το λατινογενές γλωσσικό ιδίωμα, τα Βλάχικα, αξιοσπούδαστα. Διότι διασώζονται χωρίς έξωθεν παρεμβάσεις, τις οποίες, όπως επισημαίνει ο Cicerone Poghirc, ούτε σκέφθηκαν ούτε είχαν δυνατότητα πραγματοποιήσεως οι Έλληνες.